Ο Καλλιτέχνης και το Αριστούργημά του

ΣΟΥΡΕΜΠΑΖΑ

Η φωτογραφία αμφισβητήθηκε ως τέχνη το μεγαλύτερο διάστημα της ιστορικής διαδρομής της. Λιγότερο συχνά αμφισβήτησε η ίδια την τέχνη ή τον εαυτό της. Ο Γιώργος Δεπόλλας, σεσημασμένος φωτογραφικός φαρσέρ, στη σειρά Inlook (2003) καυτηρίασε, με αφετηρία τη διεθνή έκθεση Outlook που παρουσιάστηκε την ίδια χρονιά στην Αθήνα, ένα κομμάτι της σύγχρονης τέχνης: θέματα ανεκδοτολογικού χαρακτήρα με πομπώδη παρουσίαση σχολίαζαν τον ανούσιο συχνά τρόπο με τον οποίο η φωτογραφία υιοθέτησε ιδιώματα του ευρύτερου εικαστικού χώρου. Μέσα από κάποιες σατιρικές ‘εγκαταστάσεις’ υπαινίχθηκε επίσης το πώς από τις ρήξεις της δεκαετίας του ΄60 φτάσαμε σε μια απλουστευτική μεγέθυνση του φαινομένου της τέχνης που οδηγεί ενίοτε σε εννοιακές κενολογίες και καλλιτεχνικές πράξεις ασπόνδυλες. Στα έργα της νέας του σειράς με τον αυτοσαρκαστικό τίτλο The Artist and his Masterpiece (2010-2014), ο Δεπόλλας φωτογραφίζεται δίπλα σε μπάζα, αυθαίρετα κτίσματα, μεγάλα αντικείμενα που έχουν αποτεθεί στη μέση του πουθενά και, με όχημα την αληθοφάνεια της φωτογραφίας, στήνει ψευδή ντοκουμέντα, ποζάροντας σοβαρός δίπλα στα υποτιθέμενα έργα του. Οι ανώνυμες πράξεις, η τραγική ακηδία στη διαχείριση του ελληνικού δημόσιου χώρου, μετατρέπονται εδώ σε ψευδεπίγραφα έργα. Οι επιτηδευμένα ζωηρόχρωμες ενδυμασίες συνιστούν νύξη καλλιτεχνικής ιδιοσυγκρασίας, ενώ οι τοποθεσίες δηλώνουν δηκτικά την αφθονία αριστουργημάτων, ακόμη και στις ερημιές όπου λανθάνουν άτυπες χωματερές. Θίγεται ακόμη η τρέχουσα μανία αυτοφωτογράφησης, η ανάγκη να ζει κανείς όλο και περισσότερο σαν συνάρτηση της εικόνας του, έλκοντας την προσοχή. Το ανύπαρκτο κίνημα του σουρεμπατισμού επιστρατεύεται για να επισημανθεί καυστικά η διαφορά ανάμεσα στο έργο με τον ταυτολογικό τίτλο «Δυο μπανιέρες, η μια δίπλα στην άλλη» και τη νέα εκδοχή του στην οποία έχει προστεθεί (από τα δικά του χέρια) ένα χαλασμένο πλυντήριο. Πόσο κοντά είναι πλέον η σοβαρότητα και η σοβαροφάνεια; Πόσο έχει απομακρυνθεί η τέχνη από την τέχνη; Πόση αλήθεια κρύβεται κάποιες φορές στα ψευδή ντοκουμέντα;

Πρόσφατα, σε μια επίσκεψη σε ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης σημειώθηκε η εξής πραγματική σκηνή: ανάμεσα σε δυο έργα, δυο σύγχρονες εγκαταστάσεις, βρισκόταν απλωμένο στο πάτωμα ένα γαλάζιο wettex, απορροφώντας κάποια ανεπιθύμητη υγρασία, όπως αποδείκνυε μια γρήγορη ματιά στην ψευδοροφή. Ένα ζεύγος επισκεπτών προβληματιζόταν φωναχτά αν το wettex ήταν μέρος του έργου και αν ναι, τίνος, του αριστερού ή του δεξιού; Κατάφερε τελικά η σύγχρονη τέχνη να μειώσει την απόσταση ανάμεσα στην πραγματική ζωή και τη δημιουργική έκφραση, στα αριστουργήματα και τα μπάζα; Ή έκανε τη διαδρομή, έστω ακούσια, πιο δύσβατη, ένα συχνό μετεωρισμό ανάμεσα στην ουσία και την αυθαιρεσία, την πνευματικότητα και τη φάρσα, επιχειρώντας να δικαιολογήσει, με κείμενα που βρίθουν από νεφελώδεις αοριστίες, πρακτικά το οτιδήποτε; Είμαστε στην εποχή όπου, εκτός από την πολιτική και τη δημόσια ζωή, παρεισφρύει και στην τέχνη δυναμικά το οτιδήποτε; Η απάντηση βρίσκεται ίσως κρυμμένη στο, άγραφο ακόμη, μανιφέστο του σουρεμπατισμού.

Ηρακλής Παπαϊωάννου

Αυτή η σελίδα χρησιμοποιεί cookies για να διαχειριστεί τα στοιχεία χρήσης, στατιστικά πλοήγησης και άλλες λειτουργίες. Επισκεπτόμενοι τη σελίδα μας συμφωνείτε οτι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε cookies.

OK